Αντριάνο: Η πτώση του αυτοκράτορα!
«Ο Αντριάνο ήταν αυτός που φοβόμασταν περισσότερο. Τεχνική, ασυνήθιστη δύναμη και πανίσχυρο σουτ. Ήταν εξαιρετικά δύσκολο να τον μαρκάρεις, ακόμα κι όταν βάζαμε δύο πάνω του επειδή ήταν πολύ δυνατός. Μπορούσε να γράψει μεγάλη ιστορία στο ποδόσφαιρο.» Τάδε έφη ο Πάολο Μαλντίνι για το μεγαλύτερο “what if” στην ιστορία του ποδοσφαίρου.
Ο Αντριάνο Λέιτε Ριμπέιρο, γνωστός απλά και ως Αντριάνο, ήταν Βραζιλιάνος ποδοσφαιριστής ο οποίος αγωνιζόταν ως κεντρικός επιθετικός. Γεννημένος στις 17 Φεβρουαρίου 1982, πήρε το αεροπλάνο με προορισμό την Ευρώπη για πρώτη φορά το 2001, για χάρη της θρυλικής Ίντερ. Εκεί όμως δεν έμεινε για πολύ, αφού την ίδια χρονιά έφυγε δανεικός στη Φιορεντίνα, όπου πέτυχε 6 γκολ σε 15 παιχνίδια. Τη σεζόν 2002-2003, η Πάρμα καταφέρνει να τον εντάξει στο δυναμικό της για τα επόμενα δύο χρόνια. Ο Αντριάνο σε αυτό το χρονικό διάστημα βρήκε τα αντίπαλα δίκτυα 26 φορές σε 44 αγώνες σε όλες τις διοργανώσεις, κάτι που του εξασφάλισε την επιστροφή του στην Ίντερ, η οποία έβγαλε από τα ταμεία της το ποσό των 23.4 εκατομμυρίων ευρώ.
Με την άφιξη του στο Μιλάνο, κέρδισε γρήγορα τις εντυπώσεις αφού φάνηκε ότι βρισκόταν σε καλή κατάσταση. Σύντομα οι φίλοι των νερατζούρι του έδωσαν το προσωνύμιο “Αυτοκράτορας”, από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό, λόγω της δύναμης και της κυριαρχίας του εντός γηπέδου. Γρήγορος με εξαιρετικό έλεγχο της μπάλας, ικανός να ντριπλάρει, ευέλικτος και αποτελεσματικός στον αέρα ήταν μονάχα μερικές από τις πολλές αρετές που ξεδίπλωνε εντός αγωνιστικού χώρου, δείχνοντας ότι έχει όλα τα φόντα να είναι ο διάδοχος του Ρονάλντο Ναζάριο.
Από τον Ιούλη του 2004 μέχρι τον Ιούνη του 2005, ο Βραζιλιάνος επιθετικός διένυε την καλύτερη περίοδο της καριέρας του, σκοράροντας 42 φορές στους εγχώριους και ευρωπαϊκούς θεσμούς, βάζοντας το όνομα του στη λίστα με τους υποψήφιους ποδοσφαιριστές για το Ballon d’Or. Παρ’ όλα αυτά, από τότε και στο εξής δεν ήταν ποτέ ο ίδιος. Ο θάνατος του πατέρα του το 2004 επηρέασε ψυχολογικά τον Αντριάνο και έτσι σύντομα κατέληξε να είναι υπέρβαρος, να ξενυχτά σε πάρτυ και να καταναλώνει μεγάλες ποσότητες αλκοόλ. Ο ίδιος αργότερα είχε δηλώσει ότι έπεσε σε βαριά κατάθλιψη και δεν ήθελε να προπονηθεί. «Μέσα σε λίγες ημέρες βρέθηκα από τον παράδεισο στην κόλαση. Με κάλεσαν από το σπίτι και μου είπαν ότι ο πατέρας μου ήταν νεκρός, λόγω καρδιακής προσβολής. Τότε η αγάπη μου για το ποδόσφαιρο δεν ήταν ποτέ ξανά η ίδια. Παρόλο που σκόραρα πολλά γκολ εκείνα τα χρόνια και παρά την αγάπη των οπαδών, η χαρά είχε φύγει. Έπινα τα πάντα. Ουίσκι, βότκα, μπύρα. Κυρίως μπύρα. Δε σταματούσα και στο τέλος αναγκάστηκα να αποχωρήσω. Πάντα πήγαινα μεθυσμένος στις προπονήσεις. Όταν παρουσιαζόμουν, το προπονητικό επιτελείο με πήγαινε στο ιατρείο να κοιμηθώ. Η Ίντερ έλεγε στους δημοσιογράφους ότι είχα μυικά προβλήματα.»
Το 2009 εν τέλει έσπασε το συμβόλαιο του με την Ίντερ και επέστρεψε πίσω στη Βραζιλία για να είναι κοντά στην οικογένεια του και στον τόπο όπου μεγάλωσε, συνεχίζοντας να παίζει ποδόσφαιρο στην Φλαμένγκο. Το 2010, η Ρόμα κινήθηκε για τη μεταγραφή του, έπειτα από μία πετυχημένη σεζόν στη Βραζιλία, ωστόσο ποτέ δε δικαίωσε τις προσδοκίες των Τζιαλορόσσι και τον αποδέσμευσαν μετά από μόλις 7 μήνες. Το 2011 επέστρεψε για ακόμη μία φορά στη Βραζιλία, όπου έμεινε για τρία χρόνια για λογαριασμό των Κορίνθιανς, Φλαμένγκο και Ατλέτικο Παραναένσε. Η Μαϊάμι Γιουνάιτεντ ήταν ο τελευταίος σταθμός στην ποδοσφαιρική του καριέρα, μια ομάδα αγωνιζόμενη στο ημι-επαγγελματικό πρωτάθλημα National Premier Soccer League των δυτικότερων ηνωμένων πολιτειών.
Το 2017, ο Χαβιέρ Ζανέτι ανέφερε ότι η μεγαλύτερη ήττα στην καριέρα του ήταν το ότι δεν κατάφερε να βγάλει ποτέ τον Αντριάνο από την κατάθλιψη.
Ο Αυτοκράτορας έκλεισε την καριέρα του σε ηλικία 34 ετών το 2016, κερδίζοντας μεταξύ άλλων με την Ίντερ τέσσερα πρωταθλήματα, δύο κύπελλα, τρία σούπερ καπ και με την Εθνική Βραζιλίας ένα Κόπα Αμέρικα το 2004.
Του Αντώνη Μηλιώτη